Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Ebola (Έμπολα): Ο Iός της Φτώχειας?


Αρκετοί επιστήμονες και αναλυτές έχουν αποδώσει την εξάπλωση του ιού ebola στην πολιτική δυτικών κυβερνήσεων και αρκετών διεθνών οργανισμών. Και δεν αναφέρονται φυσικά στις απλουστευτικές θεωρίες συνωμοσίας, που υποστηρίζουν ότι οι ιοί κατασκευάζονται σε μυστικά εργαστήρια για τα συμφέροντα μεγάλων πολυεθνικών, αλλά στην νέο-αποικιακή πολιτική που εφαρμόζεται στις φτωχότερες περιοχές του πλανήτη.

Οι τρεις χώρες στις οποίες παρουσιάστηκαν τα περισσότερα κρούσματα, η Γουινέα, η Σιέρα Λεόνε και η Λιβερία, συγκαταλέγονται στα φτωχότερα κράτη του κόσμου, παρά το γεγονός ότι διαθέτουν πλούσια κοιτάσματα μεταλλευμάτων και διαμαντιών. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα έχουν γνωρίσει ορισμένους από τους χειρότερους εμφυλίους πολέμου της πρόσφατης ιστορίας – αρκετοί από τους οποίους ξέσπασαν με την εμπλοκή του State Department.

Ύστερα από δεκαετίες καταλήστευσης των πλουτοπαραγωγικών τους πηγών από δυτικές πολυεθνικές και μετά την ισοπεδωτική επέλαση οργανισμών όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα τα συστήματα υγείας των συγκεκριμένων χωρών καταστράφηκαν σε τέτοιο βαθμό ώστε δεν είναι σε θέση να προσφέρουν ούτε τις βασικότερες υπηρεσίες στους πολίτες τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Σιέρα Λεόνε το δημόσιο σύστημα υγείας διαθέτει μόλις 200 γιατρούς για έξι εκατομμύρια κατοίκους και στη Λιβερία αντιστοιχούν 50 γιατροί για κάθε τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους ενώ η κυβέρνηση δεν διέθετε επαρκές προσωπικό ούτε καν για να περισυλλέγει τα πτώματα των θυμάτων του ιού που παρέμεναν άταφα και μετατρέπονταν σε εστίες μετάδοσης.

Σε αυτή τη διάλυση οφείλεται και το γεγονός ότι ο ebola χαρακτηριστικά επιδημίας παρά το γεγονός ότι θεωρείται από τους επιστήμονες ως ένας από τους ιούς που είναι πολύ δύσκολο να μεταδοθούν από άνθρωπο σε άνθρωπο. «Θα καθόμουν χωρίς φόβο δίπλα σε ένα ασθενή στο μετρό αφού γνωρίζω ότι η μόνη περίπτωση να μολυνθώ είναι αν αυτός κάνει εμετό επάνω μου» έλεγε χαρακτηριστικά ο Peter Piot επικεφαλής της Βρετανικής υπηρεσίας υγιεινής και τροπικών νοσημάτων. Μιλώντας στο ανεξάρτητο δίκτυο Democracy Now, ο καθηγητής ιατρικής του Χάρβαρντ, Paul Farmer, εξηγούσε ότι η εξάπλωση του ιού με χαρακτηριστικά πανδημίας δεν είναι ένδειξη της ικανότητας μετάδοσης του ιού αλλά της αδυναμίας των τοπικών συστημάτων υγείας να αντεπεξέλθουν σε περιστατικά που θα μπορούσαν να απομονωθούν πολύ εύκολα σε χώρες της Ευρώπης ή τις ΗΠΑ.

Σε αντίθεση με τον ιό της γρίπης των πτηνών, που περιορίστηκε σε μια φιέστα των media, ο ebola αποτελεί πραγματική απειλή για εκατομμύρια ανθρώπους στην Αφρική. Μια απειλή που προέκυψε από την πολιτική συγκεκριμένων δυτικών κυβερνήσεων υπόσχεται τώρα να προσφέρει δισεκατομμύρια δολάρια στην παγκόσμια βιομηχανία φαρμάκων για να προστατεύσει όχι τα θύματα του ιού αλλά τις στρατιωτικές δυνάμεις που φροντίζουν να διαιωνίζουν αυτή την κατάσταση.

Κάτι τελευταίο:
Η φυσική δεξαμενή του φυσικού ξενιστή των ιών έμπολα δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί, και έτσι ο τρόπος με τον οποίο ο ιός εμφανίστηκε πρωταρχικά  στον άνθρωπο είναι άγνωστος. Ωστόσο, οι ερευνητές πιστεύουν ότι ο πρώτος ασθενής μολύνθηκε μέσω επαφής με ένα μολυσμένο ζώο.

Όταν μια λοίμωξη συμβεί σε έναν άνθρωπο, ο ιός μπορεί να εξαπλωθεί σε άλλους ανθρώπους με διάφορους τρόπους. Ο ιός έμπολα μεταδίδεται μέσω της άμεσης επαφής (με πληγές στο δέρμα ή τους βλεννογόνους, για παράδειγμα, τα μάτια, τη μύτη ή το στόμα) με
  • αίμα ή σωματικά υγρά (συμπεριλαμβανομένων, αλλά χωρίς να περιορίζονται στα ούρα, σάλιο, ιδρώτας, κόπρανα, εμετό, μητρικό γάλα, και σπέρμα) από ένα άτομο που είναι άρρωστο με Έμπολα
  • αντικείμενα (όπως βελόνες και σύριγγες) που έχουν μολυνθεί με τον ιό
  • μολυσμένα ζώα
  • Ο ιός έμπολα δεν μεταδίδεται μέσω του αέρα ή του νερό, ή σε γενικές γραμμές, από την τροφή. Ωστόσο, στην Αφρική, ο ιός έμπολα μπορεί να μεταδοθεί ως αποτέλεσμα της διακίνησης θηραμάτων κρέατος (άγρια ζώα που θηρεύονται για τα τρόφιμα) και την επαφή με μολυσμένες νυχτερίδες. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα κουνούπια ή άλλα έντομα μπορούν να μεταδώσουν τον ιό έμπολα. Μόνο θηλαστικά (π.χ., άνθρωποι, νυχτερίδες, μαϊμούδες και πίθηκοι) έχουν την ικανότητα να μολυνθούν και να εξαπλώσουν το ιό έμπολα.

Από ότι έχω καταλάβει ο ιός ebola και ο αιμορραγικός πυρετός που οφείλεται στον ιό (ΕHF), μέχρι πριν από λίγο καιρό ήταν μια αρκετά σπάνια ασθένεια που περιοριζόταν σε χώρες της κεντροδυτικής Αφρικής με μεγάλο μεν ποσοστό θνησιμότητας (γύρω στο 80%) αλλά με πολύ δύσκολη μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο. Παρόλα αυτά, στα διεθνή ΜΜΕ έχουν καταγραφεί περιστατικά που λογικά δεν θα έπρεπε να έχουν μολυνθεί από το ιό (από τις πληροφορίες βέβαια πάντα που δίνονται στην δημοσιότητα). Και θα κάνω την ερώτηση (η οποία δεν έιναι αποτέλεσμα θεωρίας συνωμοσίας) και προκαταβολικά δηλώνω ότι δεν ξέρω την απάντηση της: Άλλαξε τίποτα στον ιό ή οι πληροφορίες στα ΜΜΕ δεν είναι όσο αξιόπιστες θα έπρεπε?

Όσο για την αναβάθμιση του ebola και του ΕHF (που δεν υπήρχε ξεκάθαρα στο ICD9) από το ICD9 στο ICD10, ένα σύστημα καταγραφής ασθενειών που «αναβαθμίστηκε» πλήρως γύρω στο 1999 (αν δεν κάνω λάθος) και θα είναι υπεύθυνο για τις χρεώσεις υγείας από το 2015, βάση του CDC (Κέντρο Ελέγχου Ασθενειών) δεν είμαι σίγουρος για τη σημασία του, πέρα του ότι φαίνεται το CDC να προέβλεψε στα τέλη της δεκαετίας του '90 την επιδημία του συγκεκριμένου ιού.

(http://www.cdc.gov/vhf/ebola/index.html)

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Βακτηριακή Μηνιγγίτιδα: Επιδημιολογία – Πρόληψη με εμβολιασμό

Γράφει ο Παναγιώτης Σπυρίδης
Αναπλ. Καθηγητής Παιδιατρικής
Παναγιώτης Σπυρίδης

Διαβάστηκε 294 φορές
Βακτηριακή  Μηνιγγίτιδα: Επιδημιολογία – Πρόληψη
Με τον όρο Μηνιγγίτιδα ή όταν προσβάλλεται πλην των μηνίγγων και ο εγκέφαλος,  Μηνιγγοεγκεφαλίτιδα, εννοούμε την φλεγμονή των μηνίγγων που περιβάλλουν τον Εγκέφαλο και το Νωτιαίο Μυελό, με συμμετοχή ή μη και του εγκεφάλου, που προκαλείται από ποικιλία αιτίων μικροβιακών και μη.

Στο άρθρο αυτό θα ασχοληθούμε με τη βακτηριακή (πυώδη) μηνιγγίτιδα και όχι με τις ιογενείς (άσηπτες) μηνιγγοεγκεφαλίτιδες ή αυτές που είναι αποτέλεσμα διήθησης από καρκινικά κύτταρα ή  θεραπευτικής ακτινοβολίας.

Τα βακτηρίδια που προκαλούν μηνιγγίτιδα σε παιδιά, διαφέρουν σε κάποιο βαθμό από εκείνα που προκαλούν μηνιγγίτιδα σε ενηλίκους.

Στα παιδιά, τα συχνότερα αίτια είναι ο μηνιγγιτιδόκοκκος, ο πνευμονιόκοκκος, ο αιμόφιλος της ινφλουένζας τύπου Β και πολύ σπάνια ο Β-αιμολυτικός στρεπτόκοκκος  ομάδος –Α.
Με τα αίτια που προκαλούν μηνιγγίτιδα σε νεογνά, επίσης δεν θα ασχοληθούμε.
Η επιδημιολογία στα παιδιά έχει αλλάξει τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια, με την εφαρμογή των εμβολίων κατά του αιμοφίλου τύπου-Β (Hib) και του πνευμονιοκόκκου. Από τα παραπάνω αίτια το πρώτο ήταν το συχνότερο, ενώ το δεύτερο το πλέον επικίνδυνο.
Μετά την πολύ επιτυχή παρέμβαση του εμβολιασμού στην επίπτωση της πυώδους μηνιγγίτιδας από πνευμονιόκοκκο και αιμόφιλο, έμεινε κυρίαρχος κίνδυνος  ο μηνιγγιτιδόκοκκος, ο οποίος όμως  δεν είναι ένας, αλλά έχει πολλούς οροτύπους, όπου ο εμβολιασμός για μία οροομάδα, δεν εξασφαλίζει άμυνα έναντι κάποιου άλλου.
Η βιοτεχνολογία κατάφερε να παρασκευάσει εμβόλια για την οροομάδα C (Neisvac-C, Meningitec, Menjucate)  και τις οροομάδες A ,C W135, Y. (MENVEO)

Μετά από  τον εμβολιασμό, κυρίως για τον ορότυπο C, παρέμεινε ως απειλή ο Μηνιγγιτιδόκοκκος Β, για τον οποίο η παρασκευή ειδικού εμβολίου ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Όμως και γι’αυτόν την οροομάδα παρασκευάσθηκε πρόσφατα εμβόλια που εγκρίθηκε για εισαγωγή και κυκλοφόρησε και στη χώρα μας, όμως ακόμη δεν έλαβε θέση κάποιο θεσμικό όργανο.
Το εμβόλιο κυκλοφορεί με το όνομα  Bexsero από την φαρμακευτική εταιρεία Νovartis.

*Το εμβόλιο αυτό είναι μονήρες, δεν συνυπάρχει δηλαδή με άλλα σε κοινή συσκευασία,
*ανάλογα με την ηλικία του υποψηφίου  παιδιού για εμβολιασμό, απαιτούνται από δύο δόσεις, στα μεγαλύτερα παιδιά, έως τέσσερις δόσεις στα μικρά βρέφη,
*είναι αρκετά ακριβό, διότι στοιχίζει 115 EU η κάθε δόση και
*δυστυχώς αυτή τη στιγμή, για λόγους που δεν γνωρίζω, δεν υφίσταται Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών.    Η ύπαρξη της ανωτέρω επιτροπής είναι απαραίτητη,  για να δοθούν σαφείς οδηγίες για τον τρόπο εμβολιασμού της κάθε ηλικίας, να καθορισθεί  ο αριθμός των δόσεων ανά ηλικία, να εξετασθεί η πιθανή χορήγηση συγχρόνως  με άλλα εμβόλια που γίνονται στην αντίστοιχη ηλικία και τέλος και πολύ σημαντικό, να αποφασισθεί η οικονομική κάλυψη της δαπάνης από τα ταμεία Κοινωνικής Ασφάλισης, στο σύνολο ή με συμμετοχή του ασθενούς.
Η μικρή ιστορία του νέου εμβολίου Οροομάδας Β

Είναι κρίμα, γιατί δεν του έπρεπε μια τέτοια δυσφήμιση στα πρώτα του βήματα. Οι γονείς, ιδιαίτερα ορισμένοι από αυτούς, βρίσκονται σχεδόν σε πανικό και όχι άδικα.

Η  Εταιρεία, άκουσα ότι παρουσίασε το εμβόλιο από τηλεοράσεως. Αν πράγματι αυτό συνέβη, θεωρώ ότι ήταν  αντιδεοντολογικό ατόπημα, διότι δεν πρόκειται για ενημέρωση, αλλά για προβληματισμό του κοινού και γιατί όχι και για εκφοβισμό. Στις περιπτώσεις αυτές η ενημέρωση γίνεται από τους επίσημους, θεσμικούς φορείς της Υγείας  και όχι με τον τρόπο αυτό!

Εμείς, οι Παιδίατροι, έχουμε επίσης σε ένα βαθμό την ευθύνη μας διότι σπεύσαμε, όχι όλοι ευτυχώς, να διαλαλήσουμε το προϊόν πριν το εγκρίνει καν η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, λες και όποιος δεν εμβολίαζε τα παιδιά του άμεσα, θα είχε σοβαρές ευθύνες για το «ότι πιθανόν θα τους συνέβαινε»

Τέλος, στη συγχορδία αυτή της άκομψης προβολής πήρε μέρος και το Centers for Disease Control and Prevention, το γνωστό μας CDC των ΗΠΑ, με το επίσημο έντυπό του, το MMWR ( the Voice of CDC), όπου πρόσφατα δημοσίευσε περιγραφή περιπτώσεως (case report), ενός παρασκευαστή εργαστηρίου στη Πολιτεία της Φλόριδας, που έχασε τη ζωή του από μηνιγγιτιδοκοκκική σηψαιμία μετά από μόλυνση από οροομάδα Β  Μηνιγγιτιδικόκκου στο εργαστήριο. Στη δημοσίευση συμμετέχουν δέκα επιστήμονες γιατροί, λες και πέτυχαν μια σημαντική ανακάλυψη, υποψήφια για βραβείο  Νομπελ  Ιατρικής. Η επωδός βέβαια του άρθρου ήταν η σύσταση για εμβολιασμό για ορότυπο Β όλων των εργαζομένων σε εργαστήρια όπου εξετάζονται βιολογικά υγρά.

Κρίμα, για ένα εμβόλιο που από μόνο του σύμφωνα με την υπάρχουσα βιβλιογραφία, είναι αποτελεσματικό, ασφαλές και χρήσιμο και ως εκ τούτου δεν χρειαζόταν τέτοιου είδους μεθοδεύσεις για την προβολή του. Δεν μπορώ να αντιληφθώ ειλικρινά τέτοια σπουδή.

Επιδημιολογία της νόσου από μηνιγγιτιδόκοκκο Β. (Ελλάδα 1998-2011)

Για να μην θεωρείται ότι πρόκειται για κάποια φοβερή απειλή,  δανείστηκα τα επιδημιολογικά στοιχεία της μηνιγγίτιδας από μηνιγγιτιδόκοκκο που συγκέντρωσε το ΚΕΕΛΠΝΟ, σε χρονικό διάστημα 13 ετών, από το 1998 έως το 2011 και τα οποία παραθέτω.

Παρατηρείται στο διάστημα αυτό και κυρίως μετά το 2000, μία πτωτική τάση της νόσου από μηνιγγιτιδόκοκκο στο σύνολό της. Πιο συγκεκριμένα, η επίπτωση στο διάστημα αυτό μειώθηκε από 2.5 περιπτώσεις ανά 100.000 πληθυσμού ετησίως , σε 0.7 περιπτώσεις αντίστοιχα. Η πτώση αυτή κατά 3.5 φορές, οφείλεται στον εμβολιασμό των παιδιών για μηνιγγιτιδόκοκκο C.

Από τις υπάρχουσες περιπτώσεις ποσοστό περίπου 60% οφείλεται στην οροομάδα Β.
Η πλέον ευαίσθητη ηλικία είναι αυτή των 0-4 ετών, όπου η επίπτωση μηνιγγιτ\κής μηνιγγίτιδας είναι 9 περιπτώσεις/100.000 παιδιά  της παραπάνω ηλικίας. Η αντίστοιχη επίπτωση στην ηλικία 5-14 ετών είναι 3.5 περιπτ./100.000.

Η θνητότητα που καταγράφηκε μεταξύ των προσβληθέντων  ήταν 6%.

Για να γίνει καλύτερα αντιληπτός ο κίνδυνος, η μέση θνητότητα είναι 0.08 περιπτώσεις/100.000 γενικού πληθυσμού, κάτι λιγότερο δηλαδή από μία περίπτωση ανά ένα εκατομμύριο πληθυσμού.
Όλα αυτά τα στοιχεία, για να μην θεωρηθεί ότι πρόκειται για έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο  και για να ηρεμήσει ο πληθυσμός που είναι έτοιμος να εφορμήσει στα φαρμακεία, μήπως τυχόν και εξαντληθεί το εμβόλιο.
Αυτά τα λίγα για την επιδημιολογία από τα στοιχεία του ΚΕΕΛΠΝΟ.
Επί της ουσίας, για την ορθή χρήση του εμβολίου...
...και έως ότου το εμβόλιο ακολουθήσει τις νόμιμες διαδικασίες, που τις θεωρώ απαραίτητες, δανείστηκα κάποια στοιχεία και απόψεις από την ηλεκτρονική περιοδική έκδοση «ΛΟΙΜΩΞΗ», τεύχος 40, του φίλου μου λοιμωξιολόγου Γιάννη Καβαλιώτη.
Γράφει λοιπόν:
•    Η μηνιγγοκοκκική μηνιγίτιδα είναι σπάνια μεν, αλλά σοβαρή νόσος
•    Η κάλυψη του παιδικού πληθυσμού με εμβόλιο οροομάδος C είναι σημαντική σε έκταση και κατόπιν τούτου το νόσημα έχει μειωθεί ακόμη περισσότερο
•    Το 2014 κυκλοφόρησε εμβόλιο κατά της οροομάδος Β (Bexsero)
•    Το εμβόλιο αυτό παρασκευάσθηκε με νέα τεχνική και ουσιαστικά δεν καλύπτει μόνο την Β, αλλά και άλλες οροομάδες
•    Μελέτες δείχνουν ότι μειώνει τη φορεία στον πληθυσμό, αλλά και την μετάδοση από τους φορείς οροομάδας Β
•    Το σχήμα χορήγησης της C  το χαρακτηρίζει μία υπερβολή σε σχέση με τις περισσότερε χώρες, με αποτέλεσμα το τελικό εμβολιαστικό πρόγραμμα να επιβαρύνεται αρκετά, σε βαθμό που δεν χωράει η οροομάδα Β
•    Προτείνω λοιπόν, λέει ο Γ. Καβαλιώτης, να γίνεται μόνο μία δόση C μετά τον 12ο μήνα της ηλικίας και άλλη μία στα 10 - 12 χρ μ'ένα από τα υπάρχοντα τετραδύναμα, στα οποία περιέχεται η οροομάδα C. Σημείωση: Η πρόταση αυτή δεν είναι αυθαίρετη.
•    Με το παραπάνω πρόγραμμα  θα μειωθεί το γενικό κόστος εμβολιασμού, ενώ   θα δημιουργηθεί παράλληλα χώρος για την οροομάδα Β

*Προσωπικά συμφωνώ με την πρόταση του Γ.Καβαλιώτη ενώ εκφράζω την ευχή να ενσωματωθεί ο Β στο MENVEO, μια και η εταιρεία που παρασκευάζει και τα δύο είναι η ίδια, παρ’όλο που αντιλαμβάνομαι τις τεχνικές δυσκολίες. Έως τότε θα είχε τη δυνατότητα η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών να προτείνει την συγχορήγηση του οροτύπου Β μηνιγγίτιδας με το εμβόλιο του πνευμονιοκόκκου με το οποίο έχουν κοινό χρονοδιάγραμμα.

Έως τότε, έως ότου, δηλαδή, περάσει το bexsero από τις διαδικασίες έγκρισης από τα θεσμικά όργανα και στη συνέχεια εγκριθεί η δωρεάν χορήγηση από τα κοινωνικά ταμεία ασφάλισης των παιδιών , δεν θα πρέπει να προτείνεται ακόμη και στους «έχοντες».  Ο λόγος είναι ότι επειδή πρόκειται για σπάνιο νόσημα, όπως αναφέρθηκε, δεν θα πρέπει να προκαλέσουμε το φιλότιμο και την ευαισθησία των Ελλήνων γονέων αρχίζοντας ένα άτυπο , ανοργάνωτο και κατά περίπτωση, πρόγραμμα εμβολιασμού.
Ο πανικός είναι ο χειρότερος σύμβουλος της λειτουργίας μιας κοινωνίας.

Για μια ακόμη φορά τονίζουμε ότι τα εμβόλια αποτελούν το σημαντικότερο επίτευγμα της Ιατρικής επιστήμης, διότι προσφέρουν ζωή και μάλιστα ζωή καλής ποιότητας.

Δεν πρέπει να δίνονται επιχειρήματα στους στρατευμένους εχθρούς των εμβολιασμών.


Πηγές:
ΚΕΕΛΠΝΟ
ΛΟΙΜΩΞΗ. Ιωάννης Καβαλιώτης

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑ

Ελληνόπουλα. Πρώτη επαφή στα 14, χωρίς προφύλαξη


Η συζήτηση έλαβε χώρα στο κομμωτήριο, εκεί που γενικώς λέγονται τα ανομολόγητα. «Η κόρη μου βιάζεται να ξεκινήσει τη σεξουαλική της ζωή» έλεγε η γυναίκα στην κυρία που της πέρναγε τη βαφή. Δεν ήταν αναστατωμένη, πρέπει να το είχε παιδέψει καιρό στο μυαλό της. Η κόρη της είναι 14. «Ολες οι φίλες της, λέει, το έχουν κάνει». «Δεν λέτε καλά που σας μιλάει το παιδί;» απαντούσε η άλλη με τη σοφία του ανθρώπου που έχει δει και ακούσει πολλά.
Πράγματι, όπως λέει στην «Κ» γιατρός που διατηρεί μπλογκ με θέματα γυναικολογίας και αναπαραγωγής, είναι συχνό το φαινόμενο να επικοινωνούν μαζί της κορίτσια «επειδή δεν μπορούν να μιλήσουν στη μαμά τους». «Συνήθως καλούν αφού είχαν κάποια επαφή και βρίσκονται σε πανικό, δεν ξέρουν τι να κάνουν, αφού οι γονείς τους δεν ξέρουν ότι έχει ξεκινήσει η σεξουαλική τους ζωή, ενώ δεν έχουν δικό τους γιατρό να απευθυνθούν. Με τι χρήματα θα κλείσουν ραντεβού; Ετσι κάθονται μπροστά στον υπολογιστή τους και ψάχνουν μόνες τους τη λύση. Αγοράζουν κρέμα για τα κονδυλώματα, το χάπι της επόμενης μέρας κ.ο.κ. Γενικώς αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι τα παιδιά δεν παίρνουν καμία προφύλαξη στο σεξ».
Σήμερα, τα ποσοστά των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων στους Ελληνες εφήβους εμφανίζονται αυξημένα, αγγίζοντας τα διεθνή επίπεδα. Σε έρευνα του Ιατρείου Παιδικής και Εφηβικής Γυναικολογίας του νοσοκομείου «Αλεξάνδρα» σε 149 σεξουαλικώς ενεργά κορίτσια 13-19 ετών βρέθηκε ότι το 42% (62) ήταν θετικά σε κάποιο στέλεχος του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV). Μάλιστα 54 κορίτσια είχαν τουλάχιστον έναν τύπο υψηλού κινδύνου, ενώ 30 διαγνώστηκαν με πολλαπλά στελέχη του ιού. «Το πιθανότερο δηλαδή είναι ότι είχαν επαφή χωρίς προφύλαξη με παραπάνω από έναν συντρόφους» σημειώνει στην «Κ» η υπεύθυνη του Ιατρείου κ. Λίνα Μιχαλά. Κατά μέσο όρο, οι συμμετέχουσες στη συγκεκριμένη μελέτη είχαν ξεκινήσει τη σεξουαλική τους ζωή στα 15, ωστόσο καταγράφηκαν και περιπτώσεις πρώτης επαφής στα 13. Το 78% ανέφερε χρήση προφυλακτικού, αλλά μόνο το 42% έκανε σταθερή χρήση.
Εφηβοι και σεξουαλ. ζωή ΚΛΙΚ στην εικόνα
«Στο Ιατρείο έχουμε καταγράψει επίσης ποσοστά χλαμυδίων της τάξης του 5-6% σε εφήβους 15-19 ετών. Να σημειωθεί ότι στο τμήμα αυτό έρχονται παιδιά με τους γονείς τους, που σημαίνει ότι είναι περισσότερο “υποψιασμένα”, έχουν ενημερωθεί. Σίγουρα τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα στην κοινότητα, όπου τα παιδιά ενημερώνονται για τα θέματα σεξουαλικής υγείας από το Ιντερνετ και από φίλους».
Σύμφωνα με ευρεία έρευνα που είχε πραγματοποιηθεί από τη Μονάδα Εφηβικής Υγείας της Β΄ Παιδιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών σε 1.538 μαθητές σχολείων της Αττικής, το 16% είχε κάνει σεξ με διείσδυση, με την αναλογία αγοριών-κοριτσιών στο τρία προς ένα. Ενα επιπλέον 20% των εφήβων είχε κάποια σεξουαλική εμπειρία εκτός της διεισδυτικής επαφής. Στην ίδια έρευνα βρέθηκε ότι η μέση ηλικία έναρξης της σεξουαλικής ζωής των μαθητών Γυμνασίου-Λυκείου είναι τα 14. Ωστόσο το 5,7% είχε την πρώτη εμπειρία στα 12 και το 10,2% στα 13.
Εννέα στους δέκα εφήβους δηλώνουν καλά ενημερωμένοι σε σχέση με το σεξ και τους κινδύνους του καθώς και ότι χρησιμοποιούν προφυλακτικό. Ωστόσο μόνο το 32% κάνει σωστή χρήση, δηλαδή σε κάθε επαφή και καθ’ όλη τη διάρκεια της επαφής. Το 8,2% των σεξουαλικά ενεργών παιδιών δεν χρησιμοποίησαν κάποιου είδους προφύλαξη, ενώ ένα 8,2% των κοριτσιών έχει πάρει το χάπι της επόμενης ημέρας.
Χάπι της επόμενης ημέρας
Τα παραπάνω συμβαδίζουν με τα στοιχεία σχετικά με τις πωλήσεις του χαπιού της επόμενης μέρας στην Ελλάδα. Πέρυσι πωλήθηκαν περισσότερες από 1,5 εκατ. συσκευασίες του δισκίου. Στον γενικό πληθυσμό υπολογίζεται ότι το 27% των Ελληνίδων έχει καταφύγει έστω και μία φορά σε αυτή τη λύση. «Και εάν οι ώριμες γυναίκες ίσως αντιλαμβάνονται ότι δεν πρόκειται για μέθοδο αντισύλληψης και ότι δεν προστατεύονται από τα σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, δεν συμβαίνει το ίδιο με τα κορίτσια. Τα έχουν περάσει για καραμέλες», αναφέρουν οι ειδικοί.
http://www.kathimerini.gr/787611/article/epikairothta/ellada/prwth-epafh-sta-14-xwris-profyla3h

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Θεραπευτική Κολύμβηση και Άσκηση στο Νερό σε άτομα με Αυτισμό

2014-04-07 20:09     Η φυσική δραστηριότητα λαμβάνει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός υγιούς προφίλ του πληθυσμού (US Department of Health and Human Services, 1996), όμως σύμφωνα με τον Pan (2006; 2008) τα άτομα με αυτισμό είναι λιγότερο δραστήρια κινητικά σε συγκριτικά με τον τυπικό πληθυσμό. Έτσι, κρίνεται απαραίτητη η δημιουργία ποικιλίας θεραπευτικών παρεμβάσεων (Pan, 2010; Prupas, Harvey & Benjamin, 2006) για την προώθηση των κοινωνικών δεξιοτήτων (Levinson,  2003; Maurice, Green & Fox, 2001; McConnell, 2002), της κινητικής ανάπτυξης και του ενεργού τρόπου ζωής, μέσω της συμμετοχής σε προγράμματα φυσικής δραστηριότητας, σε παιχνίδια  (Smith, 2001) και σε αθλήματα (Yanardag, Akmanoglu & Yilmaz, 2013).
    Οι παρεμβάσεις που πραγματοποιούνται σε υδάτινο περιβάλλον αποτελούν μια ολιστική θεραπευτική προσέγγιση και σύμφωνα με τον Kanner (1943) τα άτομα με αυτισμό δείχνουν να προτιμούν τις δραστηριότητες στο νερό σε σύγκριση με άλλες κινητικές δραστηριότητες. Έχει αναφερθεί ότι έχουν καλύτερες επιδόσεις σε ασκήσεις και παιχνίδια που πραγματοποιούνται μέσα στο νερό πάρα έξω από αυτό  (Killian, Joyce-Petrovich, Menna &  Arena, 1984). 
     Η άσκηση στο νερό αποτελεί μία κατάλληλη μέθοδο πρώιμης παρέμβασης (Bachrach, Mosley, Swindle & Wood, 1978) που βοηθά στην προώθηση του κινητικού, κοινωνικού και  συναισθηματικού τομέα (Huettig & Darden-Melton, 2004) και στη βελτίωση δύναμης, αντοχής, συντονισμού, εύρους κίνησης, σωματογνωσίας, προσανατολισμού (Broach & Dattilo, 1996), αυτοαντίληψης, λεκτικής επικοινωνίας (Best &Jones, 1972; Hamilton, 1972). Επίσης, σύμφωνα με τον Hulls (2006) αναφορές θεραπευτών υποστηρίζουν ότι η άσκηση στο νερό βοηθά στη βελτίωση της συγκέντρωσης προσοχής, της βλεμματικής επαφής, στο άγγιγμα, και στην ισορροπία. Επομένως, τα προγράμματα θεραπευτικής παρέμβασης μέσα στο νερό έχουν σημαντικά θεραπευτικά αλλά και κοινωνικά οφέλη (Pan, 2011).
     Το ενδιαφέρον των ατόμων με αυτισμό για τις κινητικές δραστηριότητες μέσα στο νερό, έχει οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η άσκηση στο νερό θα μπορούσε να αποτελεί σημαντικό κομμάτι του εκπαιδευτικού προγράμματος, καθώς είναι ιδιαίτερα διασκεδαστικό για τους συμμετέχοντες και παράλληλα συμβάλει στη βελτίωση της κινητικής τους ανάπτυξης (Mosher, 1975; Wing, 1976).
Καπασούρη Κατερίνα
Καθ. Προσαρμοσμένης Φυσικής Αγωγής
MSc Πρόληψη-Παρέμβαση-Αποκατάσταση
                                                                   Κινητό: 694 5309514    
                                                               mail: kkapasouri@yahoo.gr
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bachrach, A. W., Mosley, A. R., Swindle, F. L. & Wood, M. W. (1978). Developmental Therapy for Young Children with Autistic Characteristics. Baltimore, MD: University Park Press.
Best, J. F., & Jones, J. G. (1974). Movement therapy in the treatment of autistic children. Australian Occupational Therapy Journal, 21(4), 72-86.
Broach, E. & Dattilo, J. (1996). Aquatic therapy: A viable therapeutic recreation intervention. Therapeutic Recreation Journal, 30(3), 213-229.
Huettig, C. & Darden-Melton, B. (2004). Acquisition of Aquatic Skills by Children with Autism. Palaestra, 20, 20-27.
Hulls, D., Walker, L. & Powell, J. (2006). Clinicians’ Perceptions of the Benefits of Aquatic Therapy for Young Children with Autism: A Preliminary Study.  Physical & Occupational Therapy in Pediatrics, 26(1/2).
Jones, J. G., & Best, J. F. (1975). Movement therapy in the treatment of autistic children: Part II Intellectual changes. Australian Occupational Therapy Journal, 22(1), 15- 29.
Kanner, L. (1943). Autistic disturbances of effective contact. Nervous child, 2, 217.
Killian, J. K., Joyce-Petrovich, R. A., Menna, L. & Arena S. (1984). Measuring water orientation and beginner swim skills of autistic individuals. Adapted Physical Activity Quarterly, 1, 287–295.
Pan, C. Y.  (2011). The efficacy of an aquatic program on physical fitness and aquatic skills in children with and without autism spectrum disorders. Research in Autism Spectrum Disorders, 5, 657–665.
Pan, C. Y., (2010). Effects of water exercise swimming program on aquatic skills and social behaviors in children with autism spectrum disorders. Autism: International Journal of Research and Practice, 14, 9–28.
Pan, C. Y. (2008). Objectively measured physical activity between children with autism spectrum disorders and children without disabilities during inclusive recess settings in Taiwan. Journal of Autism and Developmental Disorders, 38, 1292–1301.
Pan, C. Y., & Frey, G. C. (2006). Physical activity patterns in youth with autism spectrum disorders. Journal of Autism and Developmental Disorders, 36(5), 597–606.
Prupas, A., Harvey, W.J., & Benjamin, J. (2006). Early intervention aquatics: A program for children with autism and their families. Journal of Physical Education, Recreation and Dance, 77, 46–51.
Smith, M.J. (2001). Teaching play skills to children with autistic spectrum disorder. New York: DRL Books.
US Department of Health and Human Services. (1996). Physical Activity and Health:A Report of the Surgeon General. Atlanta, GA: US Department of Health and Human Service.
Yanardag, M.,  Akmanoglu, N. & Yilmaz, I. (2013). The effectiveness of video prompting on teaching aquatic play skills for children with autism. Disability & Rehabilitation, 35 (1), 47-56.

Διαβάστε περισσότερα: http://laiou.webnode.gr/news/%ce%b8%ce%b5%cf%81%ce%b1%cf%80%ce%b5%cf%85%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%ba%ce%bf%ce%bb%cf%8d%ce%bc%ce%b2%ce%b7%cf%83%ce%b7-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%ac%cf%83%ce%ba%ce%b7%cf%83%ce%b7-%cf%83%cf%84%ce%bf-%ce%bd%ce%b5%cf%81%cf%8c-%cf%83%ce%b5-/#.U0LiJfmiEN0.facebook

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

ΑΙΦΝΙΔΙΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ


Συμβαίνει συχνότερα κατά τη διάρκεια σωματικής άσκησης/ άθλησης σε παιδιά που δεν έχουν ελεγχθεί προαθλητικά.
Γονείς-Παιδίατροι-Γυμναστές-Δάσκαλοι: ΠΡΟΣΟΧΗ!!!!!!!!!!!!!!!
ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ
ΠΑΙΔΟΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΣ
Κάθε χρόνο ένας όχι ευκαταφρόνητος αριθμός παιδιών πεθαίνουν στη χώρα μας κυρίως κατά τη διάρκεια της άθλησης.
Στις μέρες μας, με τη γενικότερη έμφαση, που πολύ σωστά, έχει δοθεί στον αθλητισμό, αλλά και με την αλλαγή στάσης ως προς τον προαθλητικό έλεγχο, η ανασκόπηση του όλου θέματος και η διερεύνηση των αιτίων ίσως είναι επίκαιρη περισσότερο από κάθε άλλη φορά.
Η γυμναστική και ο αθλητισμός είναι υγεία, όμως υπάρχουν κάποια σημεία που πρέπει να προσεχτούν ιδιαίτερα για να αποφευχθούν οι κίνδυνοι.
ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ
Ο αιφνίδιος θάνατος στην παιδική ηλικία δεν είναι ιδιαίτερα συχνός. Παρ’ όλα ταύτα 10% των θανάτων μετά την ηλικία του ενός έτους είναι αιφνίδιοι. Οι μισοί από αυτούς οφείλονται σε προηγουμένως γνωστά αίτια, κυρίως καρδιοπάθειες. Επίσης ένας σημαντικός αριθμός κατατάσσεται σε θανάτους άγνωστης αιτιολογίας λόγω απουσίας ευρημάτων στη νεκροψία. Αν όμως λάβει κανείς υπ’ όψη ότι η αρρυθμία δεν αφήνει νεκροτομικά σημάδια, ενώ αποτελεί μια από τις αιτίες, γίνεται αντιληπτό ότι η καρδιολογική αιτιολογία αυξάνεται κατακόρυφα σαν πιθανότητα.
ΑΙΤΙΑ
Επειδή τα καρδιολογικά προβλήματα αποτελούν την κυριότερη και συχνότερη αιτία αιφνίδιου θανάτου στα παιδιά, στο άρθρο αυτό θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο φάσμα των παθήσεων που μπορούν να αποτελέσουν προκλητικό αίτιο.
Υπάρχουν πέντε βασικές κατηγορίες παιδιών που μπορεί να πεθάνουν αιφνίδια από καρδιολογικά αίτια :
1- Αυτά που έχουν καρδιολογικά προβλήματα που δεν έχουν διαγνωστεί.
2- Τα παιδιά με μη χειρουργημένη συγγενή καρδιοπάθεια .
3- Τα παιδιά με χειρουργημένη συγγενή καρδιοπάθεια.
4- Οι μυοκαρδιοπάθειες.
5- Οι αρρυθμίες.
1- Παιδιά με αδιάγνωστο καρδιολογικό πρόβλημα:
Η κατηγορία αυτή, με τις απόψεις της σύγχρονης Παιδιατρικής (σημασία στην πρόληψη), τους υποχρεωτικούς προληπτικούς-προαθλητικούς ελέγχους όλων των παιδιών αλλά και την απαίτηση βεβαίωσης από παιδοκαρδιολόγο, πολλών αθλητικών σωματίων και συλλόγων, όλο και μειώνεται.
Είναι αλήθεια ότι στα τελευταία χρόνια με την ευαισθητοποίηση των παιδιάτρων στον έλεγχο των φυσημάτων, έστω και αυτών που φαίνονται αθώα, αλλά και με τον έλεγχο κάθε αθλητή ή μελλοντικού πρωταθλητή, τα πράγματα έχουν σαφώς βελτιωθεί. Η υπευθυνότητα των γυμναστών - προπονητών παίζει επίσης πρωτεύοντα ρόλο. Τέλος, ακόμα και οι ίδιοι οι γονείς, σε σημαντικό ποσοστό πλέον, έχουν αποκτήσει την πεποίθηση του απαραίτητου ελέγχου από ειδικό, πριν πιέσουν το παιδί τους για αθλήματα και επιδόσεις. Φυσικά η εκτέλεση των εξετάσεων από ειδικούς θεωρείται “εκ των ουκ άνευ”.
Οι κυριότερες παθήσεις που ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία είναι οι μυοκαρδιοπάθειες και οι πρωτοπαθείς αρρυθμίες, που επειδή συνήθως δεν παρουσιάζουν κλινικά ευρήματα, αποτελούν παγίδα για τους παιδίατρους. Άλλη συχνή αιτία είναι η στένωση στον χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας (βαλβιδική, υπο - υπερβαλβιδική στένωσης της αορτής, σύνδρομο Williams) που σε ορισμένα περιστατικά μπορεί να διαφύγει. Τέλος, οι ανωμαλίες των στεφανιαίων είναι μεν σπάνιες αλλά πολύ επικίνδυνες (Ν. Kawasaki), όμως η διάγνωσή τους είναι δύσκολη και συχνά αποτελούν νεκροτομικό εύρημα.
2-Παιδιά με μη χειρουργημένη συγγενή καρδιοπάθεια:
Η πιθανότητα θανάτου σε παιδί με γνωστή συγγενή καρδιοπάθεια, που παρακολουθείται τακτικά από παιδοκαρδιολόγο, είναι μικρή. Παρ’ όλα ταύτα υπάρχει ένας αριθμός παιδιών που πεθαίνουν, είτε γιατί δεν ακολουθούν πιστά τις οδηγίες του γιατρού, κυρίως σε ό,τι αφορά στην κόπωση, άθληση κ.λπ.., είτε γιατί παραμελούν την παρακολούθηση τους.
3-Παιδιά με χειρουργημένη συγγενή καρδιοπάθεια:
Σήμερα που η συντριπτική πλειονότητα των συγγενών καρδιοπαθειών μπορεί να αντιμετωπισθεί επεμβατικά ή χειρουργικά, ο αριθμός των παιδιών της κατηγορίας αυτής ολοένα και αυξάνεται. Είναι φυσικά ευνόητο ότι όσο πιο σύμπλοκη η πάθηση και όσο πιο μικρή η ηλικία του ασθενούς, κατά την επέμβαση τόσο περισσότερα τα προβλήματα. Η κυριότερη αιτία αιφνίδιου θανάτου στα χειρουργημένα παιδιά, που αποτελούν σήμερα και την ομάδα υψηλότερου κινδύνου, είναι οι μετεγχειρητικές αρρυθμίες.
4- Μυοκαρδιοπάθειες:
Μεταξύ των διαφόρων μορφών μυοκαρδιοπάθειας στο θέμα του αιφνίδιου θανάτου κυρίαρχο ρόλο έχει η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια. Στην παιδική ηλικία το ποσοστό του θανάτου δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο, αυξάνεται όμως με την πάροδο του χρόνου. Η εμφάνιση συγκοπτικού επεισοδίου, οι κοιλιακές αρρυθμίες καθώς και η μεγάλου βαθμού υπερτροφία της αριστερής κοιλίας αποτελούν παράγοντες αυξημένου κινδύνου. Τα παιδιά συνήθως είναι ασυμπτωματικά ενώ ο μεγάλος κίνδυνος παρουσιάζεται στη διάρκεια άθλησης, γυμναστικής ή ιδιαίτερης κόπωσης.
Τέλος η μυοκαρδίτιδα από την οποία μπορεί να προσβληθεί ένα παιδί με προηγουμένως υγιή καρδιά μπορεί επίσης να αποτελέσει αιτία αιφνίδιου θανάτου, κυρίως με την εμφάνιση αρρυθμιών, οι οποίες θα πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά και τακτικά, με τοποθέτηση 24ώρου ηλεκτροκαρδιογραφήματος (Holter), παρακολούθηση με monitor κ.λπ.
.
5-Αρρυθμίες:
Από τις πρωτοπαθείς αρρυθμίες, οι συχνότερες στην παιδική ηλικία είναι αυτές που οφείλονται στο σύνδρομο Wolff - Parkinson - White (WPW). Παρ’ όλη όμως την αυξημένη συχνότητα, ο αιφνίδιος θάνατος συμβαίνει σπάνια και οφείλεται κυρίως σε κοιλιακή μαρμαρυγή. Σε περιστατικά που δεν παρουσιάζονται συμπτώματα, το σύνδρομο μπορεί να παραμείνει αδιάγνωστο για πολλά χρόνια. Πολύ συχνά αναγνωρίζεται σε ασυμπτωματικά παιδιά κατά τη διάρκεια τυχαίας εξέτασης για έκδοση πιστοποιητικών ή με την ευκαιρία κάποιου φυσήματος.
Το σύνδρομο του μακρού QT είναι μια άλλη πρωτοπαθής πολλές φορές συγγενής (39%) οντότητα που τα τελευταία χρόνια έκανε ιδιαίτερη αίσθηση στον παιδιατρικό κόσμο. Σε κάθε περίπτωση πριν τεθεί η διάγνωση, θα πρέπει να αποκλείονται
άλλα πιθανά αίτια για την επιμήκυνση του διαστήματος QT όπως τα μεταβολικά και τα φάρμακα (επίκτητο σύνδρομο μακρού QT). Ο θάνατος μπορεί να προκύψει αιφνίδια λόγω κοιλιακής ταχυκαρδίας.
Μια άλλη συχνή σχετικά αιτία που μπορεί να προκαλέσει αιφνίδιο θάνατο στην παιδική ηλικία είναι ο πλήρης κολποκοιλιακός αποκλεισμός. Παρ’ όλο που σήμερα συνήθως η διάγνωση τίθεται στο μαιευτήριο (συχνή αιτία ο ερυθηματώδης λύκος της μητέρας), υπάρχουν και περιστατικά που διαφεύγουν και αναγνωρίζονται λίγο ή πολύ αργότερα. Ο κίνδυνος σχετίζεται κυρίως με την καρδιακή συχνότητα.
Λιποθυμικά (συγκοπτικά) επεισόδια:
Τα επεισόδια απώλειας συνείδησης με τις διάφορες μορφές, διάρκεια και ιδιαιτερότητες τους, αποτελούν συχνά πρόβλημα στην καθημερινή παιδιατρική πράξη.
Σε κάθε περιστατικό που δεν υπάρχει καμιά αιτιολογία, που συμβαίνει αιφνίδια, κυρίως κατά ή μετά από κόπωση ή υπάρχει αίσθημα παλμών, ο πλήρης έλεγχος επιβάλλεται. Το ίδιο ισχύει και για κάθε παιδί που στο οικογενειακό του περιβάλλον υπάρχει ιστορικό αιφνίδιου θανάτου ή ακούγεται κάποιο φύσημα, άσχετα εάν αυτό μοιάζει με λειτουργικό ή όχι. Σε όλα αυτά τα περιστατικά είναι ευνόητο ότι ο πλήρης παιδονευρολογικός έλεγχος για αποκλεισμό επιληψίας ή άλλου προβλήματος, είναι απαραίτητος. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να τεθεί η πλήρης διάγνωση ή τουλάχιστον κατά το εφικτό ο αποκλεισμός παθολογικής κατάστασης και να εφαρμοστεί η αντιμετώπιση που χρειάζεται.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Αποτελεί ακράδαντη πεποίθηση μου ότι, κάθε παιδί που ανήκει σε μια από τις επικίνδυνες κατηγορίες θα πρέπει να παρακολουθείται τακτικά και με πολλή προσοχή από παιδοκαρδιολόγο. Όμως επειδή όπως φάνηκε, αρκετά από τα περιστατικά που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου μπορεί να μην παρουσιάζουν συμπτώματα ή κλινικά ευρήματα, ή και να υπάρχει ένα φαινομενικά αθώο φύσημα ή μια απλή λιποθυμία, θα πρέπει και σε αυτά να λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα. Τέτοια είναι ο πλήρης έλεγχος όλων των παιδιών που θα ασχοληθούν με τον αθλητισμό, ανταγωνιστικά αθλήματα ή έστω έντονη γυμναστική, μια και τα όρια δεν είναι πολλές φορές απόλυτα καθορισμένα. Ο προληπτικός έλεγχος όλων ανεξαιρέτως των παιδιών, με μεγάλες πληθυσμιακές μελέτες, έχει πολύ πρόσφατα ξεκινήσει, γι’ αυτό και ακόμα δεν υπάρχουν σαφή συμπεράσματα. Όπως κι αν έχουν όμως τα πράγματα, σε κάθε περίπτωση που υπάρχει κάτι ύποπτοστην κλινική εξέταση, οικογενειακό ιστορικό ή κάτι άλλο που παρατηρεί ο παιδίατρος, ο έλεγχος δεν θεωρείται υπερβολή, τουναντίον εξασφαλίζει την αποφυγή έστω και των ελάχιστων κινδύνων για τα παιδιά μας αλλά και για τον παιδίατρο.

Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

ΔΕΠΥ: ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

Ο όρος "διαταραχή ελλειμματικής προσοχής / υπερκινητικότητα" (ΔΕΠ-Υ) αναφέρεται σε παιδιά και ενήλικες, που αντιμετωπίζουν σοβαρές   δυσκολίες σε σημαντικούς τομείς της ζωής τους, όπως στις διαπροσωπικές σχέσεις, στο σχολείο, στην εργασία και στην οικογένεια, εξαιτίας υπερβολικής κινητικής δραστηριότητας και προβλημάτων στον έλεγχο της προσοχής και των παρορμήσεων. Τα παιδιά με ΔΕΠΥ δυσκολεύονται να ανταποκριθούν σε καταστάσεις στις οποίες τα περισσότεροι από τους συνομηλίκους τα καταφέρνουν πολύ εύκολα. Διαφέρουν από τα περισσότερα παιδιά του ίδιου αναπτυξιακού επιπέδου ως προς την ικανότητα:
1) να εστιάσουν την προσοχή τους
2) να ελέγξουν τις παρορμήσεις τους και σε μερικές περιπτώσεις
3) να ελέγξουν την κινητικότητά τους
Υπάρχουν τρεις κατηγορίες ΔΕΠ – Υ : α. με κύριο χαρακτηριστικό την έλλειψη προσοχής β. με κύριο χαρακτηριστικό την υπερκινητικότητα και παρορμητικότητα ή γ. σε συνδυασμό των παραπάνω.
Είναι μια αρκετά συχνή αναπτυξιακή διαταραχή: σύμφωνα με το εγχειρίδιο DSM-IV ανέρχεται σε ποσοστό 3–5% στα παιδιά, με επικράτηση και εδώ των αγοριων, δηλαδή σε μια τάξη 30 παιδιών, τουλάχιστον 1 παιδί παρουσιάζει ΔΕΠΥ.
Πρόκειται για χρόνια διαταραχή, καθώς 30% ~ 70% των παιδιών με ΔΕΠΥ συνεχίζουν να παρουσιάζουν δυσκολίες και ως ενήλικες.
Η αιτιολογία της διαταραχής παραμένει άγωνστη, αλλά οι μέχρι τώρα έρευνες επικεντρώνονται σε ντοπαμινεργικές και νοραδρενεργικές οδούς στον εγκέφαλο, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τη σύγχρονη φαρμακευτική θεραπεία της ΔΕΠΥ. Παρ' όλα αυτά, δεν αμφισβητεί κανείς τον πιθανό ρόλο γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, όπως προωρότητα, έκθεση σε τοξικές ουσίες (αλκοόλ, κάπνισμα, μόλυβδος) ή λοιμώξεις (πχ εγκεφαλίτιδα), οι οποίοι παίζουν μεγάλο ρόλο στην εξέλιξη ενός παιδιοού με ΔΕΠΥ, καθώς και στην ανταπόκρισή του στη θεραπέια, είτε αυτή είναι ψυχολογική-θεραπέια συμπεριφοράς, είτε φαρμακευτική.
Τα συμπτώματα εμφανίζονται νωρίς στη ζωή του παιδιού, αλλά η διάγνωση δεν μπορεί να γίνει με ακρίβεια και εγκυρότητα πριν τα 6-7 χρόνια. Η διάγνωση γίνεται από τον ειδικό, οι γονείς όμως και οι δάσκαλοι θα πρέπει να ανησυχήσουν και να ζητλησουν αναπτυξιολογική εκτίμηση, όταν το παιδί τους εμφανίζει συστηματικά  κάποια από τα παρακάτω συμπτώματα.
  • έχει δυσκολία προσοχής σε λεπτομέρειες και κάνει λάθη απροσεξίας
  • δυσκολεύεται να διατηρήσει την προσοχή του
  • δείχνει σαν να μην ακούει
  • δυσκολεύεται να παρακολουθήσει οδηγίες
  • δυσκολεύεται στην οργάνωση χώρου και χρόνου
  • αποφεύγει ή δεν του αρέσει οτιδήποτε απαιτεί παρατεταμένη πνευματική προσπάθεια
  • χάνει πράγματα
  • διασπάται η προσοχή του εύκολα
  • ξεχνάει καθημερινά πράγματα
  • παίζει με τα χέρια, κουνάει τα πόδια, κουνιέται στο κάθισμα
  • δυσκολεύεται να μείνει καθιστό
  • τρέχει ή σκαρφαλώνειόλη την  ώρα
  • δυσκολεύεται να αφοσιωθεί ήσυχα σε μια δραστηριότητα
  • φλυαρεί υπερβολικά
  • απαντά χωρίς να περιμένει να ολοκληρωθεί η ερώτηση
  • δυσκολεύεται να περιμένει τη σειρά του και γενικότερα να περιμένει
  • διακόπτει τους άλλους όταν μιλάνε, ενοχλεί με την παρουσία του.
Συχνά η ΔΕΠΥ συνυπάρχει με έλλες διαταραχές, όπως: διαταραχές αυτιστικού φάσματος, χρόνιες αγχώδεις διαταραχές, μείζονα κατάθλιψη, μαθησιακές δυσκολίες, εναντιωτική/προκλητική διαταραχή, σοβαρή διαταραχή διαγωγής, αντικοινωνική και παραπτωματική συμπεριφορά.
Εξάλλου, τα παιδιά με ΔΕΠΥ απογοητεύουν δασκάλους, γονείς και συμμαθητές. Απορρίπτονται, αγνοούνται και προκαλούν μεγάλη πίεση σ’ αυτούς με τους οποίους αλληλεπιδρούν. Συχνά βιώνουν απόρριψη, συναισθηματικά προβλήματα, χαμηλή αυτοεκτίμηση, απόσυρση, που μπορεί να οδηγήσουν σε διαταραχές διαγωγής.
Η αξιολόγηση του Παιδιού με ΔΕΠΥ περιλαμβάνει τη χρήση των αναπτυξιακών και ψυχολογικών τεστ για  αναγνώριση των συγκεκριμένων δυσκολιών αλλά και των δυνατών σημείων του παιδιού, καθώς και άλλων μαθησιακών δυσκολιών και βιολογικών, ψυχολογικών, κοινωνικών και πολιτισμικών παραγόντων, που συχνά συνπάρχουν,αλληλεπιδρούν και προκαλούν προβλήματα στο παιδί.
Συγκεκριμένα, απαιτείται:
1. Συνέντευξη  με το παιδί, τους γονείς, τους δασκάλους και αν είναι δυνατόν τα αδέλφια, ακόμη και συμμαθητές.
2. Ερωτηματολόγια αξιολόγησης της συμπεριφοράς προς γονείς και δασκάλους.
3. Ψυχομετρικές δοκιμασίες.
4. Αξιολόγηση λόγου και μαθησιακών δεξιοτήτων.
5. Νευρολογική εξέταση.
6. Άλλες ιατρικές εξετάσεις (για την αξιολόγηση της γενικής υγείας του παιδιού).
Η αποτελεσματική αξιολόγηση στηρίζεται στη δημιουργία και διατήρηση στενής σχέσης συνεργασίας μεταξύ γονέων και δασκάλων. Έτσι θα μπορέσουν να δοθούν κατευθυντήριες γραμμές και οδηγίες για να μην διαταραχθεί η σχολική επιτυχία και συμπεριφορά και κυρίως να προασπιστεί η ποιότητα ζωής του παιδιού και της οικογένειας.